ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ KΑΣΤΡΟΥ

 



''Κάστρο μικρό είναι και στενούτσικο, το μάκρος του πάει από Βοριά σε Νότο, όπως είναι θεμελιωμένο και το βουνό. Η πόρτα βρίσκεται κατά το ηλιοβασίλεμα, μικρή και πλουμισμένη με κεραμίδια, που'ναι κι όλο-όλο το στολίδι του. Στη μέση ο τοίχος είναι γκρεμισμένος, από μακριά να παρομοιάζει το Κάστρο ίδιο αγρίμι με σπασμένο το ραχοκόκαλο. Στέκουνται ακόμα καλά οι δυο άκριες αψηλές και περήφανες, μάλιστα είναι απείραχτη η τάμπια, π'αγναντεύει κατά το γαρμπή με τα μπεντένια της και με τις γωνιές της καλά διατηρημένες. Το άλλο είναι χαλασμένο λίγο ως πολύ, εξόν από τη Βορινή άκρη που στέκεται όρθια, όπως το κοράκι της πλώρης στο τρεχαντήρι. Από την Ανατολήν είναι πιο απόγκρεμο κ'οι τοίχοι πιο στεκάμενοι. Σώζεται μια στέρνα. Στη μέση λένε πως γκρεμίσανε πριν χρόνια τον τοίχο που κοιτάζει κατά το ηλιοβασίλεμα, για να βλέπουνε από το χωριό το χορό που κάνουνε κάθε χρόνο μέσα στο Κάστρο.....''

Φώτης Κόντογλου, Το Κάστρο του Γερακιού, ''Πειραϊκή-Πατραϊκή'', αριθ.84 Ιούν. 1962 σ.28

Οταν, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, το 1204, οι Φράγκοι έγιναν κύριοι και της Πελοποννήσου, διαίρεσαν αυτή σε δώδεκα βαρονίες ή τοπαρχίες. Μια από αυτές ήταν και το Γεράκι με την περιοχή του που δόθηκε στο Γάλλο Βαρόνο Γκι Ντε Νιβελέ, που έχτισε , το 1209, το Κάστρο πάνω σ'αυτό το δίκορφο βουνό, για να επιτηρεί τους ανυπόταχτους και γενναίους Τσάκωνες και για να διαφεντεύει το φέουδό του. Το Γεράκι φαίνεται δεν έμεινε πολλά χρόνια στα χέρια του Φράγκου. Το 1249, το παίρνει ο υιός του Ιωάννης.
Το 1262 δόθηκε στους Βυζαντινούς μαζί με τα κάστρα Μιστρά, Μονεμβασιάς και Μάνης (κατά τον χρονογράφο του 13ου αιώνα Γεώργιο Παχωμέρη ) για να ελευθερώσουν τον ηγεμόνα τους Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο και άλλους Βαρόνους και ιππότες που πιάστηκαν αιχμάλωτοι στην μάχη της Πελαγονίας το 1259 από τον Μιχάλη Παλαιολόγο. Διακόσια χρόνια έμεινε στα χέρια των Ελλήνων, που ήταν ένα από τα στηρίγματα του Δεσποτάτου του Μιστρά. Τότε το Γεράκι σημείωσε την πιο μεγάλη κοινωνική και θρησκευτική ακμή.
Μέχρι το 1460 που το πήραν οι Τούρκοι πολλές δυνατές οικογένειες Ελλήνων της Πελοποννήσου πέρασαν από την περιοχή του όπως φαίνεται από μια επιγραφή που βρέθηκε σε ένα μάρμαρο στην Κάτω Βρύση, οι Δυνατοί, οι Σεβαστοί, οι Κοντολέοντες, οι Μελισσηνοί και άλλοι.
Το 1463 το κατάλαβαν οι Βενετοί για πέντε μόνο χρόνια όπου το 1468 πέφτει πάλι στα χέρια των Τούρκων μέχρι το 1685 οπότε ο Μοροζίνης απελευθερώνοντας την Πελοπόννησο από τους Τούρκους το κράτησε μέχρι το 1715 και έπειτα το πήραν πάλι μέχρι το 1821.
Γενικά το κάστρο έμεινε περισσότερο στα χέρια των Ελλήνων και υπήρξε ένα από τα περισσότερο γνωστά δυναμάρια της Πελοποννήσου. Εκτός της σπουδαιότητας των μνημείων του, έχει και εθνική σημασία. Βρίσκεται στο μέσο περίπου του δρόμου Μιστρά - Μονεμβασίας. Ήταν ο στρατιωτικός σταθμός που εξασφάλιζε τη συγκοινωνία των δυο μεγάλων εκείνων βυζαντινών κέντρων: του Δεσποτάτου του Μιστρά και της πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.


Χρονολογίες κατοχής του κάστρου:

1204-1262 χτίστηκε από τον Guy de Nivelet (Φραγκοκρατία)
1262-1460 από τους Βυζαντινούς
1460-1463 από τους Τούρκους
1463-1468 από τους Βενετούς
1468-1685 από τους Toύρκους
1685-1715 από τους Έλληνες
1715-1821 από τους Toύρκους
1821- από τους Έλληνες








Ο ναός του Αγίου Γεωργίου


Κτίσθηκε αρχικά ως δίκλιτος ναός με ημικυκλικές αψίδες ιερού, έχοντας ενσωματώσει σε β' χρήση στο εσωτερικό του παλαιοχριστιανικά γλυπτά. Μεταγενέστερα προστέθηκε τα νότιο κλίτος και τριμερής νάρθηκας στα δυτικά. Δυσερμήνευτη παραμένει η χρονολόγηση των διαφόρων φάσεων του κτιρίου καθώς και δυτικά στοιχεία (οικόσημα κ.α.) που απαντούν στο ναό. Ο αρχικός πυρήνας του πιθανόν ανήκει σε μεσοβυζαντινούς χρόνους. Οι τοιχογραφίες, που εικονογραφούν μόνο το βόρειο και μεσαίο κλίτος, εμφανίζουν εικονογραφικό πρόγραμμα κατά τη βυζαντινή παράδοση. Τεχνοτροπικά εντάσσονται στη ζωγραφική του Δεσποτάτου του Μορέως, των αρχών του 14ου αιώνα. Το προσκυνητάρι με τις περίτεχνες διακοσμήσεις και τα φράγκικα στοιχεία, που περιβάλει την τοιχογραφία του επώνυμου αγίου του ναού, στο βόρειο κλίτος, πρέπει να προστέθηκε ταυτόχρονα ή λίγο μετά την τοιχαγράφηση. Μέσα στο ιερό, εμφανίζεται ως τοπικός άγιος, ο Επίσκοπος Μονεμβασίας Πέτρος, που έλαβε μέρος το 787 στη Ζ' Οικουμενική Σύνοδο. Σημαντικό είναι και το τέμπλο από πορόλιθο.


Ο ναός της Αγίας Παρασκευής


Σταυρεπίστεγου τύπου ναός υστεροβυζαντινών χρόνων με ερειπωμένα σήμερα προσκτίσματα στα βόρεια και τα νότια. Από τη ζωγραφική του, που κατά κύριο λόγο ανήκει στο α' μισό του 15ου αιώνα σώζεται μεγάλο μέρος. Ενδιαφέρουσα η παράσταση με τις έξι ψιλόλιγνες μορφές των δωρητών της εκκλησίας, στο δυτικό τοίχο, καθώς και της Αγ. Παρασκευής, στο βόρειο, την οποία περιβάλλει πώρινο προσκυνητάρι με ανάγλυφες και εγχάρακτες διακοσμήσεις με γεωμετρικά σχέδια και ζώα.


Ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής

Μονόκλιτη, καμαροσκέπαστη με θολωτό νάρθηκα στα δυτικά αναφέρεται σε επιγραφή ως μονή. Εξωτερικά, πλούσιες, πώρινες διακοσμήσεις πλαισιώνουν τα ανοίγματα και τις κόγχες του ναού. Στο εσωτερικό, η ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ζωγραφική, που εκφράζεται με κομψές, ψηλές και λεπτές μορφές, αγαπά το έντονο κόκκινο, κάνει όμως και ευρεία χρήση λευκού χρώματος. Επιγραφή στις τοιχογραφίες, χαμένη σήμερα, χρονολογούσε τη φιλοτέχνησή τους στα 1431, περίοδο που υπήρξε ιδιαίτερα δημιουργική στο Γεράκι και την ευρύτερη περιοχή του.


Ο ναός των Ταξιαρχών


Σταυρεπίστεγου τύπου ναός, με πλατειά ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά και μεταγενέστερων χρόνων νάρθηκα στα δυτικά. Πώρινα πλαίσια με ανάγλυφες και εγχάρακτες διακοσμήσεις περιβάλλουν την είσοδο καθώς και τις μικρές κόγχες στο δυτικό και βόρειο τοίχο. Αφιερωμένος στους αρχάγγελους Μιχαήλ και Γαβριήλ, διατηρεί εσωτερικά τις ολόσωμες παραστάσεις τους, στον αποσπασματικά σωζόμενο ζωγραφικό διάκοσμο, που χρονολογείται στο α' μισό του 15ου αιώνα. Στο βόρειο τοίχο, από τη σειρά των θαυμάτων του αρχαγγέλου Μιχαήλ, ξεχωρίζει η θριαμβευτική Άλωση της Ιεριχούς από τον Ιησού του Ναυή.


Ο ναός των Θεοφανείων